«Στη χώρα των ηρώων γεννήθηκα κι εγώ, αντάρτες και θεοί κληρονομιά μου. Μετρούσα τους αιώνες με τον ήλιο αρχηγό. Τα θαύματα του κόσμου όλα δικά μου».
Μετά, μάλλον αγχώθηκα με τόσο πολυσύνθετη και πλούσια κληρονομιά. Βαρύ πνευματικό φορτίο να έχεις προγόνους τον Αριστοτέλη, τον Σωκράτη, τον Πυθαγόρα, τον Ιπποκράτη. Δεν ήξερα πώς να την διαχειριστώ αυτή την περιουσία. Χάθηκα. Αποπροσανατολίστηκα. Γιατί; Δεν ξέρω σίγουρα. Δεν ήμουν αρκετά δυνατός; Δεν με βοήθησαν να καταλάβω το μέγεθος εκείνης της κληρονομιάς; Δεν ήθελα να προσπαθώ συνέχεια να αποδεικνύομαι άξιος κληρονόμος και απόγονος; Παρασύρθηκα από την προγραμματισμένη (και με στόχο) παγκοσμιοποίηση που με ήθελε πανομοιότυπο με όλους τους άλλους; Μάλλον ένας συνδυασμός όλων αυτών είναι η απάντηση. Όπως και αν έγιναν τα πράγματα, επέτρεψα να σκορπιστεί η περιουσία στον άνεμο κι έχασα την μοναδικότητά μου. Σε κάποια από τα σημεία που την κράτησα, πάτησαν ορισμένοι για να με πουν τεμπέλη και μόνιμο γλεντζέ, χαραμοφάη και ανοικοκύρευτο.
Έχασα λίγο την επαφή με την παράδοση, άλλαξε κάπως η επικοινωνία στην οικογένεια, θαμπώθηκα από τα μετρητά που έρεαν και «χαρίζονταν» από τις τράπεζες μη μπορώντας να δω πως αυτό ήταν το τυρί για να πιαστώ στην φάκα. Ήταν όλα πιο εύκολα, πιο βατά. Τα τραπέζια γέμιζαν, τα αυτοκίνητα ανά οικογένεια αυξάνονταν, τα εξοχικούλι μου το είχα και γενικώς, μια χαρά τα κατάφερνα να «μπω στο μάτι» του γείτονα. Ταυτόχρονα, όσο με θάμπωναν με αυτά τα γυαλιστερά, αποφάσεις βαριές για το μέλλον μου λαμβάνονταν αλλά εγώ… στην επιχρυσωμένη κοσμάρα μου! Είχα και το κόμμα που βόλευε παιδιά, ανίψια, αδέρφια, ε, πολύ θέλει ο άνθρωπος για να παρασυρθεί και να ΧΑΣΕΙ ΤΗΝ «ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ» ΤΟΥ;
Έτσι, χωρίς να επεκταθούμε εδώ σε χιλιοειπωμένα πράγματα για πολιτική, ασυνείδητη ψήφο, ευθύνες, κόμματα, έφτασα ο Έλληνας ο φτωχός να βυθίζομαι στην θλίψη, να χάνω ξανά τον προσανατολισμό μου, να ψάχνω να βρω από πού μου ήρθε εκείνη η απότομη σφαλιάρα και είδα αστεράκια κόκκινα, πράσινα, κίτρινα… Πάνω από όλα, νιώθω αδύναμος να βοηθήσω την χώρα μου να έχει αυτό που της αξίζει. Να είναι αυτό που της αξίζει. Είναι σα να βλέπω πως ένα παιδάκι μπροστά μου πάει προς τον γκρεμό με το ποδήλατό του αλλά είμαι αλυσοδεμένος και δεν έχω δυνατότητα να κάνω τίποτα για να βοηθήσω. Ή μήπως έχω; Ίσως έχω και δεν το βλέπω ακόμα. Ίσως έχω πειστεί ότι ένας μόνος του δεν μπορεί να ακουστεί. Ίσως έχω κουραστεί και δεν με νοιάζει η πατρίδα μου αλλά ο εαυτός μου. Αλλά, μια στιγμή, η πατρίδα μου δεν είμαι εγώ και οι άλλοι Έλληνες; Τι είναι πατρίδα; Ο Παρθενώνας, η σημαία και τα κτίρια; Αυτά είναι σύμβολα. Μήπως είναι το έδαφος; Από μόνη της η έκταση είναι πατρίδα; Η έννοια της δεν είναι τα άϋλα που μας ενώνουν; Δεν είναι οι αναζητήσεις των αρχαίων προγόνων, οι αγώνες των μεταγενέστερων, αυτό το κάτι που νιώθουμε μέσα μας να μας συνδέει μεταξύ μας; Είναι ο ήλιος μας; Όχι ακριβώς. Αυτό που διαμορφώνεται ως νοοτροπία όταν ζεις με ήλιο, αυτό ναι, είναι ένα κομμάτι μας. (Δες τον Σκανδιναβό και ψάξε να νιώσεις σύνδεση εσωτερική σε αυτό το κάτι το άϋλο που έχεις με τον Έλληνα.) Είναι η γλώσσα και η φιλοσοφία πάνω στην οποία δημιουργήθηκε. Είναι αυτό που αισθάνεσαι όταν ένας άλλος Έλληνας κάνει μια ανακάλυψη, εφευρίσκει κάτι που αποτελεί βοήθεια για την ανθρωπότητα. (Φυσικά ζει στο εξωτερικό κι εσύ το μαθαίνεις από τα ειδησεογραφικά site…)
Όλα αυτά και άλλα πολλά, χαραμίζονται, στριμώχτηκαν σε ένα κουτάκι μαζί με μένα, τον Έλληνα, που (είμαι με την πλάτη στον τοίχο και) περιμένω να αποφασίσει για την τύχη μου η Μέρκελ, ο Σουλτς, ο Σόιμπλε και άλλες …σπουδαίες προσωπικότητες. Ζω κάθε τόσο με την αγωνία των επόμενων μέτρων, του πώς θα ξυπνήσουν αύριο οι ιθύνοντες της Ευρώπης και αν θα θελήσουν να με εξαφανίσουν ή να με συρρικνώσουν, αν με είδαν όνειρο ως άλλο Βούλγαρο με μισθό των 150 ευρώ, αν θα απαιτήσουν να πω και ευχαριστώ, αν έχω δικαίωμα να μιλήσω… (Δεν έχω διότι υπήρξα κακό παιδί και εκείνοι οφείλουν να με επαναφέρουν στην τάξη). Ταυτόχρονα παρακολουθώ τους Σωτήρες πατριώτες μου στην Βουλή, να μαλώνουν ως άλλοι 18χρονοι σε συνέλευση του 15μελούς και να αραδιάζουν θεωρητικές πολιτικάντικες μπούρδες και αερολογίες που ουδεμία αξία έχουν για την ζωή μου και να προσπαθούν να με πείσουν ότι ταυτίζονται μαζί μου και παλεύουν(με τα θηρία-τους φίλους τους) για λογαριασμό μου!
Θυμός, απογοήτευση και θλίψη. Για όλα αυτά τα σπουδαία που περιλαμβάνει η λέξη Ελλάδα και επισκιάστηκαν από άλλα –σάπια και θαμπά- που απέκτησε στην πορεία. Υπάρχει ελπίδα; Θα γίνει κύκλος και θα φτάσουμε πάλι στο φως; Θα τεντώσουμε τα πόδια εκεί στον πάτο και θα εκτιναχθούμε ψηλά; Με τι όπλα; Ίσως με το να μιλάμε στα παιδιά μας για το τι ήταν κάποτε η Ελλάδα, με το να διαχωρίζουμε την πρώτη,την αρχική ουσία της από την εικόνα που βλέπουν και γνωρίζουν τώρα.(Όχι ως προσκόλληση στο παρελθόν, ως τυπική πατριδολαγνεία ή με εθνικιστικό στυλ αλλά ως στήριγμα ενός μέρους της αυτοπεποίθησής τους, εκείνου του μέρους που σχετίζεται με το «ξέρω ποιος είμαι, ξέρω τι σημαίνει ελληνικό πνεύμα, ξέρω και τα λάθη μου.Δεν θέλω ούτε να με χαιδεύετε αλλά ούτε και να με υποτιμάτε. Έχω θέση, λόγο, δικαιώματα».) Ίσως με αυτό που λέγεται παιδεία(και συχνά δεν έχει καμία σχέση με την «μόρφωση» που δίνεται στα σχολεία); Δεν ξέρω. Αυτή την στιγμή νιώθω πως ένα κομμάτι μου πενθεί. Ναι. Για την πατρίδα μου. Για την Ελλάδα, με αυτά που εγώ πιστεύω (και νιώθω) ότι την αποτελούν στην ουσία.
«Στη χώρα των ηρώων γεννήθηκα κι εγώ, βαριά- πολύ βαριά η κληρονομιά μου. Τις μέρες να μετρώ με έναν ήλιο ναυαγό, τα τραύματα του κόσμου όλα δικά μου».
Είμαι περήφανος για σένα και θέλω να σε βλέπω να πηγαίνεις όσο ψηλά θέλεις να φτάσεις.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!
Ευχαριστώ!Συγκινήθηκα! 🙂
Μου αρέσει!Μου αρέσει!