Μεσημέρι Τρίτης. Η πτήση μας από Αθήνα φτάνει στο αεροδρόμιο της Λάρνακας. Κάπου στην διαδρομή πριν τον έλεγχο διαβατηρίων και μέχρι την παραλαβή αποσκευών, μπαίνουμε στο ασανσέρ -λόγω παιδικού καροτσιού- και μαζί μας βρίσκεται μια ακόμα οικογένεια (μαμά, μπαμπάς, παιδί στο καρότσι). Χαμογελώ στο παιδί και σχολιάζω αυθόρμητα το γεγονός ότι το ένα του μάτι ήταν καλυμμένο με παιδικό, πολύχρωμο και χαρωπό τραυμαπλάστ. «Τι συνέβη; Είχαμε ατύχημα;», ρωτώ. Η συνέχεια ήταν τροφή για σκέψη τόσο για μένα όσο και για τον σύζυγό μου, όπως αντιληφθήκαμε και οι δύο την επομένη, αφού προφανώς είχαμε ήδη καθένας ξεχωριστά επεξεργαστεί τα συναισθήματά μας και είχαμε δει ξεκάθαρα ότι κάτι σ’ εκείνες τις λίγες κοινές στιγμές μας με τρεις ανθρώπους, μας είχε αγγίξει.
«Όχι, έτσι γεννήθηκε, χωρίς το ένα μάτι. Γι’ αυτό ταξιδέψαμε εδώ, για να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε». Αυτό μου απάντησε η μαμά και η όλη ενέργεια, ο τρόπος, ο τόνος της φωνής και η έκφραση του προσώπου της απέπνεαν μια εκπληκτική άνεση, μια κανονικότητα, μια παντελή έλλειψη μιζέριας και μια φυσικότητα σαν να μου έλεγε «γεννήθηκε με λίγα μαλλιά αλλά εντάξει, θα βγουν κι άλλα»! Αν κάποιος απομόνωνε από την απάντησή της την φράση ‘χωρίς το ένα μάτι’ και άκουγε το υπόλοιπο, δεν θα φανταζόταν πως επρόκειτο για πρόβλημα σε κάτι σημαντικό που δυσκολεύει την καθημερινότητα και τη λειτουργικότητα κάποιου-παιδιού ή ενήλικα.
Ξέρω φυσικά πως πάρα πολλοί άνθρωποι έχουν μια γεμάτη ζωή, δρουν και είναι μέλη ομάδων, εργάζονται και δημιουργούν έχοντας αναπηρία, όντες κωφάλαλοι κ.λπ. Επίσης, όλοι –ακόμα και όσοι δεν αντιμετωπίζουμε κάτι τέτοιο- δίνουμε μάχες με άλλα θέματα καθημερινά. Είναι όμως εκπληκτικό να συναντάς μια μάνα που έχει τόσο δυναμικά αποδεχτεί μια κατάσταση τέτοια, την διαχειρίζεται και αισιοδοξεί, παράλληλα όμως δεν περνά στο παιδί της το μήνυμα ότι η ζωή του τέλειωσε επειδή γεννήθηκε με ένα μάτι. Βλέπει όλο το θέμα από μια δική της –αξιοθαύμαστη κατ’ εμέ- οπτική γωνία.
«Εύχομαι να πάνε όλα καλά. Όπως και να ‘χει, να είναι ευτυχισμένο. Τι άνθρωπος θα γίνει, η ψυχή, αυτό έχει αξία». Ήταν και το δικό μου ύφος φυσικό, η απάντηση –σωστή ή λανθασμένη, σύμφωνη ή όχι με την άποψη όσων την διαβάζουν- ήταν αυθόρμητη και από καρδιάς πηγάζουσα. Δεν σχολιάσαμε καθόλου το περιστατικό, παρά μόνο την επόμενη μέρα σε μια διαδρομή με το αυτοκίνητο. Ο σύζυγός μου είπε «εκείνη η μαμά χθες στο αεροδρόμιο,…» και πριν ολοκληρώσει την φράση του … «φοβερή! Το πρόσεξες κι εσύ;», του είπα.
Μοιραστήκαμε τις σκέψεις μας για το πόσο κατάφερε η γυναίκα αυτή να μας περάσει ένα όμορφο μήνυμα και πόσο αληθινά(όχι επιφανειακά και τεχνητά διαμορφωμένη για καμουφλάζ) θετική ενέργεια εξέπεμψε με την στάση της. Περισσότερο από όλα όμως, επικεντρωθήκαμε στο πώς ο τρόπος που βλέπει την κατάσταση αυτή, θα λειτουργήσει καταλυτικά στην διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού αν -πράγμα που απεύχομαι- δεν καταφέρει η επιστήμη τελικά να δώσει μια λύση. Ακόμα και στην αντίθετη περίπτωση βέβαια, αν αποκατασταθεί το πρόβλημα του παιδιού, κρίνοντας από την νοοτροπία της γυναίκας εκείνης και υποθέτοντας ότι αυτή της η λογική διέπει και άλλους τομείς της ζωής της, πάλι μπορεί να αποτελέσει ισχυρή πηγή έμπνευσης τόσο για το παιδί της όσο και για άλλους ανθρώπους.
Μετά από ένα τέτοιο συμβάν, είναι αναπόφευκτη για το μυαλό μου η αυτόματη σύγκριση με περιπτώσεις γονέων που γνωρίζω και οι οποίοι μεγέθυναν με την συμπεριφορά τους ένα απλό και διαχειρίσιμο πρόβλημα που εμφάνιζε το παιδί τους (π.χ. μια δυσλεξία), αναφερόμενοι σε αυτό ως την καταστροφική δυσκολία της ζωής τους, μιλώντας μπροστά στο παιδί τους με εκείνη την εκνευριστική τάση παράβλεψης της παρουσίας του (λειτουργούν λες και εκείνο απουσιάζει ενώ κάθεται δίπλα τους) και χρησιμοποιούν επίθετα όπως ‘προβληματικό’ ή χαρακτηρισμούς όπως ‘χαζό’. Το έχω δει να συμβαίνει. Αυτό που κατάφεραν οι συγκεκριμένοι, είναι να πείσουν το παιδί ότι όντως είναι χαζό ή ανίκανο και εν τέλει, ανέθρεψαν έναν άβουλο ενήλικα που δεν μπορεί να σταθεί πουθενά ως ενεργό ον του κοινωνικού συνόλου, δεν εργάζεται και δεν αντέχει κανενός είδους ευθύνη.
Είναι πραγματικά εξαιρετικά σημαντικό να αντιληφθούμε πως η συμπεριφορά μας μπορεί να επιδράσει καταλυτικά στην προσωπικότητα και την μετέπειτα ζωή των παιδιών μας. Ας αναλογιστούμε την ευθύνη αυτή και ας είμαστε πιο προσεκτικοί.